Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κακόπατρις
κακοπινής
κακοποιέω
κακοποιίᾱ
κακοποιός
κακοπολῑτείᾱ
κακοπονητικός
κακόποτμος
κακόπους
κακοπρᾱγέω
κακοπρᾱγίᾱ
κακοπρᾱγμονέω
κακοπρᾱγμοσύνη
κακοπρᾱ́γμων
κακορραφίη
κακορρέκτης
κακορρημοσύνη
κακορρήμων
κακορροθέω
κακός
κακόσῑτος
View word page
κακοπρᾱγίᾱ
κακοπρᾱγίᾱᾱςf misfortune, adversityTh. Arist. Plb. Plu. misdeed, wrongdoingIsoc.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κακοπρᾱγίᾱ
Headword (normalized):
κακοπρᾱγίᾱ
Headword (normalized/stripped):
κακοπραγια
IDX:
20796
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20797
Key:
κακοπρᾱγίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>κακοπρᾱγίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>κακοπρᾱγίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>misfortune, adversity</Tr><Au>Th. Arist. Plb. Plu.</Au></nS1> <nS1><Tr>misdeed, wrongdoing</Tr><Au>Isoc.</Au></nS1></NE>', 'key': 'κακοπρᾱγίᾱ'}