Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κακοπαθῶς
κακοπατρίδᾱς
κακόπατρις
κακοπινής
κακοποιέω
κακοποιίᾱ
κακοποιός
κακοπολῑτείᾱ
κακοπονητικός
κακόποτμος
κακόπους
κακοπρᾱγέω
κακοπρᾱγίᾱ
κακοπρᾱγμονέω
κακοπρᾱγμοσύνη
κακοπρᾱ́γμων
κακορραφίη
κακορρέκτης
κακορρημοσύνη
κακορρήμων
κακορροθέω
View word page
κακό-πους
κακό-πουςπουνgen.ποδοςadjπούς of a horsewith bad feetX.

ShortDef

with bad feet

Debugging

Headword:
κακόπους
Headword (normalized):
κακόπους
Headword (normalized/stripped):
κακοπους
IDX:
20794
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20795
Key:
κακόπους

Data

{'headword_display': '<b>κακό-πους</b>', 'content': '<AE><HG><HL>κακό-πους</HL><Infl>πουν</Infl><VInfl><Lbl>gen.</Lbl><FmInfl>ποδος</FmInfl></VInfl><PS>adj</PS><Ety><Ref>πούς</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a horse</Indic><Tr>with bad feet</Tr><Au>X.</Au></aS1></AE>', 'key': 'κακόπους'}