Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κακοπάθεια
κακοπαθέω
κακοπαθητικός
κακοπαθῶς
κακοπατρίδᾱς
κακόπατρις
κακοπινής
κακοποιέω
κακοποιίᾱ
κακοποιός
κακοπολῑτείᾱ
κακοπονητικός
κακόποτμος
κακόπους
κακοπρᾱγέω
κακοπρᾱγίᾱ
κακοπρᾱγμονέω
κακοπρᾱγμοσύνη
κακοπρᾱ́γμων
κακορραφίη
κακορρέκτης
View word page
κακο-πολῑτείᾱ
κακο-πολῑτείᾱᾱςf misgovernmentof a countryPlb. Plu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κακοπολῑτείᾱ
Headword (normalized):
κακοπολῑτείᾱ
Headword (normalized/stripped):
κακοπολιτεια
IDX:
20791
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20792
Key:
κακοπολῑτείᾱ

Data

{'headword_display': '<b>κακο-πολῑτείᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>κακο-πολῑτείᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>misgovernment<Expl>of a country</Expl></Tr><Au>Plb. Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'κακοπολῑτείᾱ'}