Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κακολογέω
κακολογίᾱ
κακολόγος
κακόμαντις
κακομέλετος
κακομηδής
κακόμητις
κακομηχανέω
κακομήχανος
κακόν
κακονοέω
κακόνοια
κακονομίᾱ
κακόνομος
κακόνους
κακόνυμφος
κακόξεινος
κακοξενίᾱ
κακοξύνετος
κακοπάθεια
κακοπαθέω
View word page
κακονοέω
κακονοέωcontr.vbκακόνους show ill willw.dat.towards someoneLys.

ShortDef

to be ill-disposed, bear malice

Debugging

Headword:
κακονοέω
Headword (normalized):
κακονοέω
Headword (normalized/stripped):
κακονοεω
IDX:
20772
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20773
Key:
κακονοέω

Data

{'headword_display': '<b>κακονοέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>κακονοέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>κακόνους</Ref></Ety></vHG> <vS1><Tr>show ill will</Tr><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>towards someone<Au>Lys.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'κακονοέω'}