Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κακοήθης
κακοηθιστέον
κακοθημοσύνη
κακόθρους
κακοθῡμίᾱ
Κακοῑ́λιος
κακοκερδείη
κακόκνημος
κακοκρισίᾱ
κακολογέω
κακολογίᾱ
κακολόγος
κακόμαντις
κακομέλετος
κακομηδής
κακόμητις
κακομηχανέω
κακομήχανος
κακόν
κακονοέω
κακόνοια
View word page
κακολογίᾱ
κακολογίᾱᾱς
Ion.κακολογίηης
f
baseness of speechexpressionPl. slander, abuseHdt. X.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κακολογίᾱ
Headword (normalized):
κακολογίᾱ
Headword (normalized/stripped):
κακολογια
IDX:
20763
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20764
Key:
κακολογίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>κακολογίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>κακολογίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><DL><Lbl>Ion.</Lbl><FmHL>κακολογίη</FmHL><DInfl><FmInfl>ης</FmInfl></DInfl></DL><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>baseness of speech<or/>expression</Tr><Au>Pl.</Au></nS1> <nS1><Tr>slander, abuse</Tr><Au>Hdt. X.</Au></nS1></NE>', 'key': 'κακολογίᾱ'}