Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κακοεργός
κακοζηλωσίᾱ
κακοήθεια
κακοήθευμα
κακοηθεύομαι
κακοήθης
κακοηθιστέον
κακοθημοσύνη
κακόθρους
κακοθῡμίᾱ
Κακοῑ́λιος
κακοκερδείη
κακόκνημος
κακοκρισίᾱ
κακολογέω
κακολογίᾱ
κακολόγος
κακόμαντις
κακομέλετος
κακομηδής
κακόμητις
View word page
Κακο-ῑ́λιος
Κακο-ῑ́λιοςουfaccursed Iliosi.e. TroyOd.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
Κακοῑ́λιος
Headword (normalized):
κακοῑ́λιος
Headword (normalized/stripped):
κακοιλιος
IDX:
20758
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20759
Key:
Κακοῑ́λιος

Data

{'headword_display': '<b>Κακο-ῑ́λιος</b>', 'content': '<NE><HG><HL>Κακο-ῑ́λιος</HL><Infl>ου</Infl><PS>f</PS></HG><nS1><Tr>accursed Ilios<Expl>i.e. Troy</Expl></Tr><Au>Od.</Au></nS1></NE>', 'key': 'Κακοῑ́λιος'}