Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
καινουργέω
καινουργίᾱ
καινουργός
καινόω
καίνυμαι
καίνω
καίπερ
καίριος
καιρόεις
καιρός
καιρουσσέων
καιροφυλακέω
καίρωμα
καίτοι
καίω
κάκ
κακαγγελέω
κακάγγελος
κακάγγελτος
κακᾱγορίᾱ
κακανδρίᾱ
View word page
καιρουσσέων
καιρουσσέων
Ion.fem.gen.pl.
see
καιρόεις
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
καιρουσσέων
Headword (normalized):
καιρουσσέων
Headword (normalized/stripped):
καιρουσσεων
IDX:
20703
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20704
Key:
καιρουσσέων
Data
{'headword_display': '<b>καιρουσσέων</b>', 'content': '<XE><RefFm>καιρουσσέων<LblR>Ion.fem.gen.pl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>καιρόεις</Ref></XR> </XE>', 'key': 'καιρουσσέων'}