Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

καθόλου
καθομῑλέω
καθομολογέω
καθοπλίζω
καθόπλισις
καθοπλισμός
καθοράω
καθορμίζω
καθοσιόω
καθότι
κάθου
καθυβρίζω
καθυγραίνω
κάθυγρος
κάθυδρος
καθυπάρχω
καθυπερακοντίζω
καθυπερέχω
καθύπερθε(ν)
καθυπέρτερος
καθυπνόω
View word page
κάθου
κάθουmid.imperatv.seeκάθημαι

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κάθου
Headword (normalized):
κάθου
Headword (normalized/stripped):
καθου
IDX:
20661
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20662
Key:
κάθου

Data

{'headword_display': '<b>κάθου</b>', 'content': '<XE><RefFm>κάθου<LblR>mid.imperatv.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>κάθημαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'κάθου'}