Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

καθαυαίνω
καθάψομαι
καθέδρᾱ
καθέζομαι
καθέηκα
καθείατο
καθείληφα
καθεῖλον
καθειμαρμένος
καθεῖμεν
καθείργνῡμι
κάθειρξις
καθεῖσα
καθεῖσαν
καθεκτέον
καθεκτός
καθελίσσω
καθέλκω
καθέμεν
καθεξῆς
κάθεξις
View word page
καθείργνῡμι
καθείργνῡμικαθείργωAtt.vbsseeκατείργω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
καθείργνῡμι
Headword (normalized):
καθείργνῡμι
Headword (normalized/stripped):
καθειργνυμι
IDX:
20587
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20588
Key:
καθείργνῡμι

Data

{'headword_display': '<b>καθείργνῡμι</b>', 'content': '<XE><HG><HL>καθείργνῡμι</HL><VL><FmHL>καθείργω</FmHL></VL><PS>Att.vbs</PS></HG><XR>see<Ref>κατείργω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'καθείργνῡμι'}