Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

καθαίρω
καθάλλομαι
καθᾱμέριον
κάθαμμα
καθανύτω
καθάπαξ
καθάπερ
καθαπτός
καθάπτω
καθάρειος
καθαρειότης
καθαρεύω
καθαρίζω
καθάριος
καθαρισμός
κάθαρμα
καθαρμόζω
καθαρμός
καθαρός
καθαρότης
καθαρπάζω
View word page
καθαρειότης
καθαρειότηςalsoκαθαριότηςητοςf bodily cleanlinesshygieneHdt.purityof emotions, fr. sensory and other activitiesArist.of the Spartan manner of speechPlu. gener.goodness, wholesomenessof foodPlu.neatnessof papyrus-garlandsPlu.

ShortDef

cleanliness, purity

Debugging

Headword:
καθαρειότης
Headword (normalized):
καθαρειότης
Headword (normalized/stripped):
καθαρειοτης
IDX:
20561
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20562
Key:
καθαρειότης

Data

{'headword_display': '<b>καθαρειότης</b>', 'content': '<NE><HG><HL>καθαρειότης<VL><Lbl>also</Lbl><FmHL>καθαριότης</FmHL></VL></HL><Infl>ητος</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Def>bodily cleanliness</Def><Tr>hygiene</Tr><Au>Hdt.</Au><nS2><Tr>purity<Expl>of emotions, fr. sensory and other activities</Expl></Tr><Au>Arist.</Au></nS2><nS2><Indic>of the Spartan manner of speech</Indic><Au>Plu.</Au></nS2></nS1> <nS1><Indic>gener.</Indic><Tr>goodness, wholesomeness<Expl>of food</Expl></Tr><Au>Plu.</Au><nS2><Tr>neatness<Expl>of papyrus-garlands</Expl></Tr><Au>Plu.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'καθαρειότης'}