Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

καβαίνω
καββάλλω
Κάβειροι
κάγκανος
καγχαλάω
κᾱ̓γώ
κάδ
καδδίζομαι
κάδδιχος
κάδδραθον
καδίσκος
Καδμογενής
Κάδμος
κάδος
κᾶδος
Κάειρα
καήμεναι
καθά
καθαγίζω
καθαγνίζω
καθαιμακτός
View word page
καδίσκος
καδίσκοςουmdimin.κάδος urn for receiving jurors' ballotsvoting-urnAr. Att.orats.

ShortDef

an urn

Debugging

Headword:
καδίσκος
Headword (normalized):
καδίσκος
Headword (normalized/stripped):
καδισκος
IDX:
20532
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20533
Key:
καδίσκος

Data

{'headword_display': '<b>καδίσκος</b>', 'content': "<NE><HG><HL>καδίσκος</HL><Infl>ου</Infl><PS>m</PS><Ety>dimin.<Ref>κάδος</Ref></Ety></HG> <nS1><Def>urn for receiving jurors' ballots</Def><Tr>voting-urn</Tr><Au>Ar. Att.orats.</Au></nS1></NE>", 'key': 'καδίσκος'}