Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

χὠ
χωλαίνω
χωλείᾱ
χωλεύω
χωλοποιός
χωλός
χωλότης
χῶμα
χῶν
χωνεύω
χώνη
χώννῡμι
χώομαι
χώρᾱ
χωρέω
χῶρι
χωρῑ́διον
χωρίζω
χωρικός
χωρίον
χωρίς
View word page
χώνη
χώνηfseeχοάνη

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
χώνη
Headword (normalized):
χώνη
Headword (normalized/stripped):
χωνη
IDX:
20497
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20498
Key:
χώνη

Data

{'headword_display': '<b>χώνη</b>', 'content': '<XE><HG><HL>χώνη</HL><PS>f</PS></HG><XR>see<Ref>χοάνη</Ref></XR> </XE>', 'key': 'χώνη'}