Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

χρῡσοπέδῑλος
χρῡσόπεπλος
χρῡσοπήληξ
χρῡσοπλόκαμος
χρῡσόπλοκος
χρῡσόπους
χρῡσόπρυμνος
χρῡσόπτερος
χρῡσόραπις
χρῡσόροος
χρῡσόροφος
χρῡσόρραπις
χρῡσόρρυτος
χρῡσός
χρῡσοστέφανος
χρῡσοστεφής
χρῡσόστροφος
χρῡσότερος
χρῡσότευκτος
χρῡσοτευχής
χρῡσότοξος
View word page
χρῡσ-όροφος
χρῡσ-όροφοςονadjὀροφή of chambers, awningsgold-roofedPhilox.Cyth. Plu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
χρῡσόροφος
Headword (normalized):
χρῡσόροφος
Headword (normalized/stripped):
χρυσοροφος
IDX:
20425
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20426
Key:
χρῡσόροφος

Data

{'headword_display': '<b>χρῡσ-όροφος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>χρῡσ-όροφος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ὀροφή</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of chambers, awnings</Indic><Tr>gold-roofed</Tr><Au>Philox.Cyth. Plu.</Au></aS1></AE>', 'key': 'χρῡσόροφος'}