Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

χρηστέον
χρηστηριάζομαι
χρηστήριον
χρηστήριος
χρήστης
χρηστικός
χρηστογραφίᾱ
χρηστοήθης
χρηστός
χρηστότης
χρηστοφιλίᾱ
χρηστόφιλος
χρήσω
χρῆται
χρήω
χρῖμα
χρίμπτω
χρῖσμα
Χριστιᾱνός
χριστός
χρῑ́ω
View word page
χρηστοφιλίᾱ
χρηστοφιλίᾱᾱςfχρηστόφιλος friendship with good menArist.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
χρηστοφιλίᾱ
Headword (normalized):
χρηστοφιλίᾱ
Headword (normalized/stripped):
χρηστοφιλια
IDX:
20318
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20319
Key:
χρηστοφιλίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>χρηστοφιλίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>χρηστοφιλίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>χρηστόφιλος</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>friendship with good men</Tr><Au>Arist.</Au></nS1></NE>', 'key': 'χρηστοφιλίᾱ'}