Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

χρηματιστικός
χρηματοδαίτᾱς
χρηματοποιός
χρηματοφθορικός
χρήμη
χρημοσύνη
χρῆν
χρηννύειν
χρῇς
χρῆσαι
χρήσει
χρῆσθα
χρῆσθαι
χρήσιμος
χρῆσις
χρησμολογέω
χρησμολογίᾱ
χρησμολόγος
χρησμός
χρησμοσύνη
χρησμῳδέω
View word page
χρήσει
χρήσει3sg.fut.seeχρή

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
χρήσει
Headword (normalized):
χρήσει
Headword (normalized/stripped):
χρησει
IDX:
20293
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20294
Key:
χρήσει

Data

{'headword_display': '<b>χρήσει</b>', 'content': '<XE><RefFm>χρήσει<LblR>3sg.fut.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>χρή</Ref></XR> </XE>', 'key': 'χρήσει'}