Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

χρῇ
χρῇ
χρῇ
χρήεσσι
χρῄζω
χρῄζω
χρηίσκομαι
χρῆμα
χρηματίζω
χρηματικός
χρημάτισις
χρηματισμός
χρηματιστήριον
χρηματιστής
χρηματιστικός
χρηματοδαίτᾱς
χρηματοποιός
χρηματοφθορικός
χρήμη
χρημοσύνη
χρῆν
View word page
χρημάτισις
χρημάτισιςεωςf money-makingX.

ShortDef

operation, activity

Debugging

Headword:
χρημάτισις
Headword (normalized):
χρημάτισις
Headword (normalized/stripped):
χρηματισις
IDX:
20279
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20280
Key:
χρημάτισις

Data

{'headword_display': '<b>χρημάτισις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>χρημάτισις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>money-making</Tr><Au>X.</Au></nS1></NE>', 'key': 'χρημάτισις'}