Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

χρείᾱ
χρείη
χρειοῖ
χρεῖος
χρεῖος
χρεισμολόγος
χρειώ
χρειώδης
χρειῶν
χρείων
χρεμετίζω
χρεμετισμός
χρέμπτομαι
χρέο
χρεοκοπίδαι
χρεόν
χρέος
χρεώ
χρεωκοπίδαι
χρεωλυτέω
χρεώμενος
View word page
χρεμετίζω
χρεμετίζωvb of horsesneigh, whinnyIl. Hdt. Pl.

ShortDef

to neigh, whinny

Debugging

Headword:
χρεμετίζω
Headword (normalized):
χρεμετίζω
Headword (normalized/stripped):
χρεμετιζω
IDX:
20248
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20249
Key:
χρεμετίζω

Data

{'headword_display': '<b>χρεμετίζω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>χρεμετίζω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1> <Indic>of horses</Indic><Tr>neigh, whinny</Tr><Au>Il. Hdt. Pl.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'χρεμετίζω'}