Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

χορηγίᾱ
χορηγικός
χορήγιον
χορηγός
χορικός
χόριον
χόρῑτις
χορογήθης
χοροδιδασκαλίᾱ
χοροδιδασκαλικός
χοροδιδάσκαλος
χοροιτυπίη
χοροιτύπος
χορομανής
χορόνδε
χοροποιός
χορός
χοροστάς
χοροστασίᾱ
χοροστάτις
χορτάζω
View word page
χορο-διδάσκαλος
χορο-διδάσκαλοςουm chorus-trainerAr. Pl. Aeschin. Arist.

ShortDef

the person who trained the chorus

Debugging

Headword:
χοροδιδάσκαλος
Headword (normalized):
χοροδιδάσκαλος
Headword (normalized/stripped):
χοροδιδασκαλος
IDX:
20208
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20209
Key:
χοροδιδάσκαλος

Data

{'headword_display': '<b>χορο-διδάσκαλος</b>', 'content': '<NE><HG><HL>χορο-διδάσκαλος</HL><Infl>ου</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Tr>chorus-trainer</Tr><Au>Ar. Pl. Aeschin. Arist.</Au></nS1></NE>', 'key': 'χοροδιδάσκαλος'}