Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

χλιδή
χλίδημα
χλιεροθαλπής
χλῑ́ω
χλόᾱ
χλοαρόν
χλοερός
χλοεροτρόφος
χλόη
χλοήρης
χλοηφόρος
χλόος
χλούνης
χλοῦνις
χλοώδης
χλωραύχην
χλωρηίς
χλωρόκομος
χλωρός
χλωρότης
χναυμάτιον
View word page
χλοη-φόρος
χλοη-φόροςονadjφέρω of fields, ivy shootsbearing greeneryverdantE.

ShortDef

bearing green grass

Debugging

Headword:
χλοηφόρος
Headword (normalized):
χλοηφόρος
Headword (normalized/stripped):
χλοηφορος
IDX:
20130
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20131
Key:
χλοηφόρος

Data

{'headword_display': '<b>χλοη-φόρος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>χλοη-φόρος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>φέρω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of fields, ivy shoots</Indic><Def>bearing greenery</Def><Tr>verdant</Tr><Au>E.</Au></aS1></AE>', 'key': 'χλοηφόρος'}