Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

Χιτώνη
χιτώνιον
χιτωνίσκος
χιών
χλαῖνα
χλαμυδηφόρος
χλαμύδιον
χλαμυδουργίᾱ
χλαμύς
χλανίδιον
χλανιδοποιίᾱ
χλανίς
χλᾱρόν
χλευάζω
χλευασίᾱ
χλευασμός
χλευαστής
χλεύη
χλῆδος
χλῑαίνω
χλιαρός
View word page
χλανιδοποιίᾱ
χλανιδοποιίᾱᾱςfποιέω cloak-makingas a professionX.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
χλανιδοποιίᾱ
Headword (normalized):
χλανιδοποιίᾱ
Headword (normalized/stripped):
χλανιδοποιια
IDX:
20105
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20106
Key:
χλανιδοποιίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>χλανιδοποιίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>χλανιδοποιίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>ποιέω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>cloak-making<Expl>as a profession</Expl></Tr><Au>X.</Au></nS1></NE>', 'key': 'χλανιδοποιίᾱ'}