Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

χειροπληθής
χειροποιέομαι
χειροποίητος
χειρότερος
χειροτέχνης
χειροτεχνίᾱ
χειροτεχνικός
χειροτονέω
χειροτονητός
χειροτονίᾱ
χειρότονος
χειρουργέω
χειρούργημα
χειρουργίᾱ
χειρουργικός
χειρόω
χείρωμα
χείρων
Χείρων
χειρῶναξ
χειρωναξίᾱ
View word page
χειρό-τονος
χειρό-τονοςονadjτείνω of prayersoffered with outstretched handsA.

ShortDef

stretching out the hands

Debugging

Headword:
χειρότονος
Headword (normalized):
χειρότονος
Headword (normalized/stripped):
χειροτονος
IDX:
19969
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19970
Key:
χειρότονος

Data

{'headword_display': '<b>χειρό-τονος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>χειρό-τονος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>τείνω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of prayers</Indic><Tr>offered with outstretched hands</Tr><Au>A.</Au></aS1> </AE>', 'key': 'χειρότονος'}