Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

χειμασκέω
χειμερίζω
χειμερινός
χειμέριος
χειμών
χειμωνοτύπος
χείρ
χειραγωγέω
χειραγωγός
χειραπτάζω
χειρί
χειριδωτός
χειρίζω
χείριος
χειρῑ́ς
χειρισμός
χειριστής
χείριστος
χειρόγραφον
χειροδάικτος
χειρόδεικτος
View word page
χειρί
χειρίdat.sg.seeχείρ

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
χειρί
Headword (normalized):
χειρί
Headword (normalized/stripped):
χειρι
IDX:
19937
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19938
Key:
χειρί

Data

{'headword_display': '<b>χειρί</b>', 'content': '<XE><RefFm>χειρί<LblR>dat.sg.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>χείρ</Ref></XR> </XE>', 'key': 'χειρί'}