Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

χαριτογλωσσέω
χαριτόομαι
χαριτόφωνος
χαριτώνυμος
χάρμα
χάρμη
χαρμονή
χαρμόσυνα
χαρμόφρων
χαροπός
χαροπότης
χαρτός
Χάρυβδις
Χάρων
χασκάζω
χάσκω
χάσμα
χασμάομαι
χάσμη
χάσμημα
χάσομαι
View word page
χαροπότης
χαροπότηςητοςf paleness, bluenessw.gen.of the eyes of invaders fr. the northPlu.

ShortDef

brightness of eye: a light-blue colour

Debugging

Headword:
χαροπότης
Headword (normalized):
χαροπότης
Headword (normalized/stripped):
χαροποτης
IDX:
19893
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19894
Key:
χαροπότης

Data

{'headword_display': '<b>χαροπότης</b>', 'content': '<NE><HG><HL>χαροπότης</HL><Infl>ητος</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>paleness, blueness<Expl><GLbl>w.gen.</GLbl>of the eyes of invaders fr. the north</Expl></Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'χαροπότης'}