Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

χαριεντίζομαι
χαριεντισμός
χαρίζομαι
χάρις
χαρῑ́σιος
χαριστήρια
χαριτίᾱ
χαριτογλωσσέω
χαριτόομαι
χαριτόφωνος
χαριτώνυμος
χάρμα
χάρμη
χαρμονή
χαρμόσυνα
χαρμόφρων
χαροπός
χαροπότης
χαρτός
Χάρυβδις
Χάρων
View word page
χαριτ-ώνυμος
χαριτ-ώνυμοςονadjὄνομα of a messagewith gratifying namei.e. that of victoryof pleasing importB.

ShortDef

of gracious import

Debugging

Headword:
χαριτώνυμος
Headword (normalized):
χαριτώνυμος
Headword (normalized/stripped):
χαριτωνυμος
IDX:
19886
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19887
Key:
χαριτώνυμος

Data

{'headword_display': '<b>χαριτ-ώνυμος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>χαριτ-ώνυμος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ὄνομα</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a message</Indic><Def>with gratifying name<Expl>i.e. that of victory</Expl></Def><Tr>of pleasing import</Tr><Au>B.</Au></aS1></AE>', 'key': 'χαριτώνυμος'}