Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

χαράδρᾱ
χαραδριός
χαραδρόομαι
χάραδρος
χαρακοποιίᾱ
χαρακόω
χαρακτήρ
χαράκωμα
χαράκωσις
χάραξ
χαραξίποντος
χαράσσω
χάρη
χαριδώτης
χαρίεις
χαριεντίζομαι
χαριεντισμός
χαρίζομαι
χάρις
χαρῑ́σιος
χαριστήρια
View word page
χαραξί-ποντος
χαραξί-ποντοςονadjχαράσσωπόντος of a ship's oarsraking the seaLyr.adesp.

ShortDef

ploughing the sea

Debugging

Headword:
χαραξίποντος
Headword (normalized):
χαραξίποντος
Headword (normalized/stripped):
χαραξιποντος
IDX:
19871
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19872
Key:
χαραξίποντος

Data

{'headword_display': '<b>χαραξί-ποντος</b>', 'content': "<AE><HG><HL>χαραξί-ποντος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>χαράσσω</Ref><Ref>πόντος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a ship's oars</Indic><Tr>raking the sea</Tr><Au>Lyr.adesp.</Au></aS1> </AE>", 'key': 'χαραξίποντος'}