Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

χαλκός
χαλκόστομος
χαλκοτειχής
χαλκότευκτος
χαλκότοξος
χαλκότορος
χαλκοτυπική
χαλκοτύπος
χαλκουργεῖον
χαλκουργική
χαλκοῦς
χαλκοφάλαρος
χαλκόφι
χαλκοχάρμᾱς
χαλκοχίτων
χάλκωμα
χαλυβδικός
Χάλυβες
χάλυψ
χαμάδις
χαμᾶζε
View word page
χαλκοῦς
χαλκοῦςadj. and mseeχάλκεος

ShortDef

a copper coin

Debugging

Headword:
χαλκοῦς
Headword (normalized):
χαλκοῦς
Headword (normalized/stripped):
χαλκους
IDX:
19828
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19829
Key:
χαλκοῦς

Data

{'headword_display': '<b>χαλκοῦς</b>', 'content': '<XE><HG><HL>χαλκοῦς</HL><PS>adj. and m</PS></HG><XR>see<Ref>χάλκεος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'χαλκοῦς'}