Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

χαλκοπληθής
χαλκόπληκτος
χαλκόπους
χαλκόπυλος
χαλκοπώγων
χαλκός
χαλκόστομος
χαλκοτειχής
χαλκότευκτος
χαλκότοξος
χαλκότορος
χαλκοτυπική
χαλκοτύπος
χαλκουργεῖον
χαλκουργική
χαλκοῦς
χαλκοφάλαρος
χαλκόφι
χαλκοχάρμᾱς
χαλκοχίτων
χάλκωμα
View word page
χαλκό-τορος
χαλκό-τοροςονadjτορεῖν of swordsof piercing bronzePi.

ShortDef

wrought of brass

Debugging

Headword:
χαλκότορος
Headword (normalized):
χαλκότορος
Headword (normalized/stripped):
χαλκοτορος
IDX:
19823
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19824
Key:
χαλκότορος

Data

{'headword_display': '<b>χαλκό-τορος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>χαλκό-τορος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>τορεῖν</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of swords</Indic><Tr>of piercing bronze</Tr><Au>Pi.</Au></aS1> </AE>', 'key': 'χαλκότορος'}