Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

χαλκομίτρᾱς
χαλκόνωτος
χαλκόομαι
χαλκοπάρῃος
χαλκόπεδος
χαλκόπλευρος
χαλκοπληθής
χαλκόπληκτος
χαλκόπους
χαλκόπυλος
χαλκοπώγων
χαλκός
χαλκόστομος
χαλκοτειχής
χαλκότευκτος
χαλκότοξος
χαλκότορος
χαλκοτυπική
χαλκοτύπος
χαλκουργεῖον
χαλκουργική
View word page
χαλκο-πώγων
χαλκο-πώγωνωνοςmasc.adj bronze-beardedas transl. of Lat. AhenobarbusPlu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
χαλκοπώγων
Headword (normalized):
χαλκοπώγων
Headword (normalized/stripped):
χαλκοπωγων
IDX:
19817
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19818
Key:
χαλκοπώγων

Data

{'headword_display': '<b>χαλκο-πώγων</b>', 'content': '<AE><HG><HL>χαλκο-πώγων</HL><Infl>ωνος</Infl><PS>masc.adj</PS></HG> <aS1><Tr>bronze-bearded<Expl>as transl. of Lat. <ital>Ahenobarbus</ital></Expl></Tr><Au>Plu.</Au></aS1> </AE>', 'key': 'χαλκοπώγων'}