Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

χαλκοδάμᾱς
χαλκόδετος
χαλκοθώρᾱξ
χαλκοκνήμῑς
χαλκοκορυστής
χαλκόκρᾱς
χαλκόκροτος
χαλκόκτυπος
χαλκοκώδων
χαλκομίτρᾱς
χαλκόνωτος
χαλκόομαι
χαλκοπάρῃος
χαλκόπεδος
χαλκόπλευρος
χαλκοπληθής
χαλκόπληκτος
χαλκόπους
χαλκόπυλος
χαλκοπώγων
χαλκός
View word page
χαλκό-νωτος
χαλκό-νωτοςονadjνῶτον of a shieldbronze-backedE.

ShortDef

brass-backed

Debugging

Headword:
χαλκόνωτος
Headword (normalized):
χαλκόνωτος
Headword (normalized/stripped):
χαλκονωτος
IDX:
19808
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19809
Key:
χαλκόνωτος

Data

{'headword_display': '<b>χαλκό-νωτος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>χαλκό-νωτος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>νῶτον</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a shield</Indic><Tr>bronze-backed</Tr><Au>E.</Au></aS1> </AE>', 'key': 'χαλκόνωτος'}