Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

χαλκόγενυς
χαλκογλώχῑν
χαλκοδαίδαλος
χαλκοδάμᾱς
χαλκόδετος
χαλκοθώρᾱξ
χαλκοκνήμῑς
χαλκοκορυστής
χαλκόκρᾱς
χαλκόκροτος
χαλκόκτυπος
χαλκοκώδων
χαλκομίτρᾱς
χαλκόνωτος
χαλκόομαι
χαλκοπάρῃος
χαλκόπεδος
χαλκόπλευρος
χαλκοπληθής
χαλκόπληκτος
χαλκόπους
View word page
χαλκό-κτυπος
χαλκό-κτυποςονadjκτύπος of the clangof clashing bronzeB.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
χαλκόκτυπος
Headword (normalized):
χαλκόκτυπος
Headword (normalized/stripped):
χαλκοκτυπος
IDX:
19805
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19806
Key:
χαλκόκτυπος

Data

{'headword_display': '<b>χαλκό-κτυπος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>χαλκό-κτυπος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>κτύπος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of the clang</Indic><Tr>of clashing bronze</Tr><Au>B.</Au></aS1> </AE>', 'key': 'χαλκόκτυπος'}