Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

χαλκεντής
χαλκεόγομφος
χαλκεοθώρηξ
χαλκεοκάρδιος
χαλκεόκρᾱνος
χαλκεόκτυπος
χαλκεομήστωρ
χαλκέοπλος
χάλκεος
χαλκεόστερνος
χαλκεοτευχής
χαλκεόφωνος
χάλκευμα
χαλκεύς
χαλκευτικός
χαλκεύω
χαλκεών
χαλκήιον
χαλκήιος
χαλκήλατος
χαλκήρης
View word page
χαλκεο-τευχής
χαλκεο-τευχήςέςadjτεύχεα of a warriorwith bronze armourarmed in bronzeE.

ShortDef

armed in brass

Debugging

Headword:
χαλκεοτευχής
Headword (normalized):
χαλκεοτευχής
Headword (normalized/stripped):
χαλκεοτευχης
IDX:
19774
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19775
Key:
χαλκεοτευχής

Data

{'headword_display': '<b>χαλκεο-τευχής</b>', 'content': '<AE><HG><HL>χαλκεο-τευχής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>τεύχεα</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a warrior</Indic><Def>with bronze armour</Def><Tr>armed in bronze</Tr><Au>E.</Au></aS1></AE>', 'key': 'χαλκεοτευχής'}