Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ζῳογονέω
ζωογράφος
ζῳοθηρίᾱ
ζῳοθηρικός
ζῳόμορφος
ζῷον
ζωοποιέω
ζωός
ζωοτοκέω
ζωοτόκος
ζῳοτροφίᾱ
ζῳοτροφικός
ζῳοφάγος
ζωπυρέω
ζώπυρον
Ζωροάστρης
ζωροποτέω
ζωρός
ζώς
ζῶσα
ζωστήρ
View word page
ζῳοτροφίᾱ
ζῳοτροφίᾱᾱςfζῷοντρέφω rearing of living creaturesPl.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ζῳοτροφίᾱ
Headword (normalized):
ζῳοτροφίᾱ
Headword (normalized/stripped):
ζωοτροφια
IDX:
19698
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19699
Key:
ζῳοτροφίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>ζῳοτροφίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ζῳοτροφίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>ζῷον</Ref><Ref>τρέφω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>rearing of living creatures</Tr><Au>Pl.</Au></nS1> </NE>', 'key': 'ζῳοτροφίᾱ'}