Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ζωμίδιον
ζωμός
ζώνη
ζώνιον
ζώννῡμι
ζῳογενής
ζῳογονέω
ζωογράφος
ζῳοθηρίᾱ
ζῳοθηρικός
ζῳόμορφος
ζῷον
ζωοποιέω
ζωός
ζωοτοκέω
ζωοτόκος
ζῳοτροφίᾱ
ζῳοτροφικός
ζῳοφάγος
ζωπυρέω
ζώπυρον
View word page
ζῳό-μορφος
ζῳό-μορφοςονadjμορφή of the image of a godin animal formPlu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ζῳόμορφος
Headword (normalized):
ζῳόμορφος
Headword (normalized/stripped):
ζωομορφος
IDX:
19692
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19693
Key:
ζῳόμορφος

Data

{'headword_display': '<b>ζῳό-μορφος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ζῳό-μορφος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>μορφή</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of the image of a god</Indic><Tr>in animal form</Tr><Au>Plu.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ζῳόμορφος'}