Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ζωέμεν
ζωή
ζῳηδόν
ζωθάλμιος
ζώιον
ζῶμα
ζωμεύματα
ζωμίδιον
ζωμός
ζώνη
ζώνιον
ζώννῡμι
ζῳογενής
ζῳογονέω
ζωογράφος
ζῳοθηρίᾱ
ζῳοθηρικός
ζῳόμορφος
ζῷον
ζωοποιέω
ζωός
View word page
ζώνιον
ζώνιονουndimin.ζώνη waistband, beltgirdleof a womanAr.

ShortDef

small belt (dim. of ζώνη)

Debugging

Headword:
ζώνιον
Headword (normalized):
ζώνιον
Headword (normalized/stripped):
ζωνιον
IDX:
19685
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19686
Key:
ζώνιον

Data

{'headword_display': '<b>ζώνιον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ζώνιον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety>dimin.<Ref>ζώνη</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>waistband, belt<or/>girdle<Expl>of a woman</Expl></Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ζώνιον'}