Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ζηλόω
ζηλώματα
ζήλωσις
ζηλωτής
ζηλωτικός
ζηλωτός
ζημίᾱ
ζημιόω
ζημιώδης
ζημίωμα
ζημίωσις
Ζήν
ζῆν
Ζήνων
ζήσω
ζῆτα
ζῆτε
ζητέω
ζήτημα
ζητήσιμος
ζήτησις
View word page
ζημίωσις
ζημίωσιςεωςf imposition of punishmentArist.

ShortDef

infliction of penalties

Debugging

Headword:
ζημίωσις
Headword (normalized):
ζημίωσις
Headword (normalized/stripped):
ζημιωσις
IDX:
19622
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19623
Key:
ζημίωσις

Data

{'headword_display': '<b>ζημίωσις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ζημίωσις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>imposition of punishment</Tr><Au>Arist.</Au> </nS1></NE>', 'key': 'ζημίωσις'}