Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

θωπείᾱ
θώπευμα
θωπευτικός
θωπεύω
θωπικός
θώπτω
θωρᾱκεῖα
θωρᾱκίζω
θωρᾱ́κιον
θωρᾱκῖται
θωρᾱκοποιός
θωρᾱκοφόροι
θώρᾱξ
θωρῆκται
θωρήσσω
θώς
θῶσθαι
θωστήρια
θώτερον
θωύσσω
θώψ
View word page
θωρᾱκο-ποιός
θωρᾱκο-ποιόςοῦmποιέω cuirass-makerX.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θωρᾱκοποιός
Headword (normalized):
θωρᾱκοποιός
Headword (normalized/stripped):
θωρακοποιος
IDX:
19539
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19540
Key:
θωρᾱκοποιός

Data

{'headword_display': '<b>θωρᾱκο-ποιός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>θωρᾱκο-ποιός</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>ποιέω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>cuirass-maker</Tr><Au>X.</Au></nS1></NE>', 'key': 'θωρᾱκοποιός'}