Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

θυηπόλος
θυηφάγος
Θυιάδες
θυίω
θῡλάκιον
θῡ́λακος
θῡλήματα
θῦμα
θῡμαίνω
θῡμαλγής
θῡμάλωψ
θῡμᾱρέω
θῡμᾱρής
θῡμάρμενος
Θύμβρη
θυμβρεπίδειπνος
θυμβροφάγον
θυμέλη
θυμελικός
θῡμηγερέων
θῡμηδέω
View word page
θῡμάλωψ
θῡμάλωψωποςm half-burnt piece of charcoalAr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θῡμάλωψ
Headword (normalized):
θῡμάλωψ
Headword (normalized/stripped):
θυμαλωψ
IDX:
19418
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19419
Key:
θῡμάλωψ

Data

{'headword_display': '<b>θῡμάλωψ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>θῡμάλωψ</HL><Infl>ωπος</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Tr>half-burnt piece of charcoal</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'θῡμάλωψ'}