Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀποπέκομαι
ἀποπελεκάω
ἀποπέμπω
ἀπόπεμψις
ἀποπενθέω
ἀποπεράω
ἀποπέρδομαι
ἀποπερκόομαι
ᾱ̓ποπέσῃσι
ἀποπέτομαι
ἀποπεφασμένως
ἀποπήγνῡμι
ἀποπηδάω
ἀποπίμπλημι
ἀποπῑ́νω
ἀποπίπτω
ἀποπιστεύω
ἀποπλάζομαι
ἀποπλανάω
ἀποπλάνησις
ἀποπλάσσομαι
View word page
ἀποπεφασμένως
ἀποπεφασμένωςpf.mid.ptcpl.advsee underἀποφαίνω

ShortDef

openly, plainly

Debugging

Headword:
ἀποπεφασμένως
Headword (normalized):
ἀποπεφασμένως
Headword (normalized/stripped):
αποπεφασμενως
IDX:
193
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-194
Key:
ἀποπεφασμένως

Data

{'headword_display': '<b>ἀποπεφασμένως</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἀποπεφασμένως</HL><PS>pf.mid.ptcpl.adv</PS></HG><XR>see under<Ref>ἀποφαίνω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀποπεφασμένως'}