Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀφ’
ἀφαγνίζομαι
ἀφαίρεσις
ἀφαιρετέος
ἀφαιρετός
ἀφαιρέω
Ᾱ̔́φαιστος
ἀφάλλομαι
ἄφαλος
ἀφαμαρτάνω
ἀφαμαρτοεπής
ἀφανδάνω
ἀφάνεια
ἀφᾱνέω
ἀφανής
ἀφανίζω
ἀφάνισις
ἀφανισμός
ἀφανιστέος
ἄφαντος
ἀφάπτω
View word page
ἀφ-αμαρτοεπής
ἀφαμαρτοεπήςέςadj rambling in one's speechIl.

ShortDef

random-talking

Debugging

Headword:
ἀφαμαρτοεπής
Headword (normalized):
ἀφαμαρτοεπής
Headword (normalized/stripped):
αφαμαρτοεπης
IDX:
1938
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-1939
Key:
ἀφαμαρτοεπής

Data

{'headword_display': '<b>ἀφ-αμαρτοεπής</b>', 'content': "<NE><HG><HL>ἀφ<hyph/>αμαρτοεπής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS></HG> <nS1><Tr>rambling in one's speech</Tr><Au>Il.</Au></nS1></NE>", 'key': 'ἀφαμαρτοεπής'}