Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

θρῖναξ
θρίξ
θρῖον
θρῑπήδεστος
θρίψ
θροέω
θρόμβος
θρομβώδης
θρόνα
θρόνος
θρόνωσις
θρόος
θρυαλλίς
θρῡγανάω
θρῡλέω
θρῡλίζω
θρῡλίσσομαι
θρυμματίς
θρύον
θρυπτικός
θρύπτω
View word page
θρόνωσις
θρόνωσιςεωςf enthronementof a new initiate in the Corybantic mysteriesPl.

ShortDef

the enthronement of the newly initiated

Debugging

Headword:
θρόνωσις
Headword (normalized):
θρόνωσις
Headword (normalized/stripped):
θρονωσις
IDX:
19383
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19384
Key:
θρόνωσις

Data

{'headword_display': '<b>θρόνωσις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>θρόνωσις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>enthronement<Expl>of a new initiate in the Corybantic mysteries</Expl></Tr><Au>Pl.</Au></nS1></NE>', 'key': 'θρόνωσις'}