Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

θρεπτικός
θρεπτός
θρέπτρα
θρέττε
θρεῦμαι
θρέφθην
Θρηίκη
Θρῆιξ
Θρήισσα
θρηνέω
θρηνήματα
θρηνητήρ
θρηνητικός
θρῆνος
θρῆνυς
θρηνῳδέω
θρηνώδης
θρηνῳδίᾱ
Θρῄξ
θρησκείᾱ
θρησκεύω
View word page
θρηνήματα
θρηνήματατωνn.pl dirges, lamentationsE.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θρηνήματα
Headword (normalized):
θρηνήματα
Headword (normalized/stripped):
θρηνηματα
IDX:
19349
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19350
Key:
θρηνήματα

Data

{'headword_display': '<b>θρηνήματα</b>', 'content': '<NE><HG><HL>θρηνήματα</HL><Infl>των</Infl><PS>n.pl</PS></HG> <nS1><Tr>dirges, lamentations</Tr><Au>E.</Au></nS1></NE>', 'key': 'θρηνήματα'}