Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

αὐχμηρός
αὐχμός
αὐχμώδης
αὔω
αὔω
Αὔως
ἀφ’
ἀφαγνίζομαι
ἀφαίρεσις
ἀφαιρετέος
ἀφαιρετός
ἀφαιρέω
Ᾱ̔́φαιστος
ἀφάλλομαι
ἄφαλος
ἀφαμαρτάνω
ἀφαμαρτοεπής
ἀφανδάνω
ἀφάνεια
ἀφᾱνέω
ἀφανής
View word page
ἀφαιρετός
ἀφαιρετόςόνadjof impurities in goldremovablePl.

ShortDef

to be taken away, separable

Debugging

Headword:
ἀφαιρετός
Headword (normalized):
ἀφαιρετός
Headword (normalized/stripped):
αφαιρετος
IDX:
1932
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-1933
Key:
ἀφαιρετός

Data

{'headword_display': '<b>ἀφαιρετός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀφαιρετός</HL><Infl>όν</Infl><PS>adj</PS></HG><aS1><Indic>of impurities in gold</Indic><Tr>removable</Tr><Au>Pl.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀφαιρετός'}