Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

θοῦρος
θόωκος
Θρᾱίκιος
θρᾱνεύομαι
θρᾱνίον
θρᾱνῑ́της
θρᾱνογράφος
θρᾶνος
Θρᾷξ
θρᾶξαι
θράσος
Θρᾷσσα
θρᾱ́σσω
θρασύβουλος
θρασύγυιος
θρασύδειλος
θρασυκάρδιος
θρασυμᾱ́χανος
θρασύμαχος
θρασυμέμνων
θρασυμήδης
View word page
θράσος
θράσοςnseeθάρσος

ShortDef

courage, boldness

Debugging

Headword:
θράσος
Headword (normalized):
θράσος
Headword (normalized/stripped):
θρασος
IDX:
19309
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19310
Key:
θράσος

Data

{'headword_display': '<b>θράσος</b>', 'content': '<XE><HG><HL>θράσος</HL><PS>n</PS></HG><XR>see<Ref>θάρσος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'θράσος'}