Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

θολερός
θολίᾱ
θόλος
θολόω
θοός
θοός
θοόω
θορή
θόρνυμαι
θόρον
θορός
θόρρᾱξ
θορυβάζομαι
θορυβέω
θορυβητικός
θορυβοποιός
θόρυβος
θορυβώδης
θοῦ
θουγάτηρ
Θουκυδίδης
View word page
θορός
θορόςοῦm semenof fishmiltHdt.

ShortDef

sperm

Debugging

Headword:
θορός
Headword (normalized):
θορός
Headword (normalized/stripped):
θορος
IDX:
19285
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19286
Key:
θορός

Data

{'headword_display': '<b>θορός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>θορός</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Def>semen<Expl>of fish</Expl></Def><Tr>milt</Tr><Au>Hdt.</Au></nS1></NE>', 'key': 'θορός'}