Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

θοάς
θοίνᾱ
θοινάζω
θοίνᾱμα
θοινᾱτήρ
θοινᾱτήριον
θοινᾱτικός
θοινᾱ́τωρ
θοινάω
θοίνη
θοινητικός
θολερός
θολίᾱ
θόλος
θολόω
θοός
θοός
θοόω
θορή
θόρνυμαι
θόρον
View word page
θοινητικός
θοινητικόςv.l.θοινᾱτικόςή όνadj of tablewarefor use at feastsX.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θοινητικός
Headword (normalized):
θοινητικός
Headword (normalized/stripped):
θοινητικος
IDX:
19274
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19275
Key:
θοινητικός

Data

{'headword_display': '<b>θοινητικός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>θοινητικός<VL><Lbl>v.l.</Lbl><FmHL>θοινᾱτικός</FmHL></VL></HL><Infl>ή όν</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of tableware</Indic><Tr>for use at feasts</Tr><Au>X.</Au></aS1></AE>', 'key': 'θοινητικός'}