Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

θνητοειδής
θνητός
θοάζω
θοάζω
θοάς
θοίνᾱ
θοινάζω
θοίνᾱμα
θοινᾱτήρ
θοινᾱτήριον
θοινᾱτικός
θοινᾱ́τωρ
θοινάω
θοίνη
θοινητικός
θολερός
θολίᾱ
θόλος
θολόω
θοός
θοός
View word page
θοινᾱτικός
θοινᾱτικόςadjseeθοινητικός

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θοινᾱτικός
Headword (normalized):
θοινᾱτικός
Headword (normalized/stripped):
θοινατικος
IDX:
19270
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19271
Key:
θοινᾱτικός

Data

{'headword_display': '<b>θοινᾱτικός</b>', 'content': '<XE><HG><HL>θοινᾱτικός</HL><PS>adj</PS></HG><XR>see<Ref>θοινητικός</Ref></XR> </XE>', 'key': 'θοινᾱτικός'}