Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
θηριότης
θηριώδης
θηροβολέω
θηροκτόνος
θηρομιγής
θηροσκόπος
θηροτρόφος
θηροφόνος
θής
θησαίατο
θησάμενος
θησαυρίζω
θησαύρισμα
θησαυρισμός
θησαυροποιός
θησαυρός
θησέμεν
Θησεύς
θῆσθαι
θήσομαι
θῆσσα
View word page
θησάμενος
θησάμενος
aor.mid.ptcpl.
θήσατο
ep.3sg.aor.mid.
see
θῆμαι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
θησάμενος
Headword (normalized):
θησάμενος
Headword (normalized/stripped):
θησαμενος
IDX:
19228
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19229
Key:
θησάμενος
Data
{'headword_display': '<b>θησάμενος</b>', 'content': '<XE><RefFm>θησάμενος<LblR>aor.mid.ptcpl.</LblR></RefFm><RefFm>θήσατο<LblR>ep.3sg.aor.mid.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>θῆμαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'θησάμενος'}