Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
θῆλυς
θηλύσπορος
θηλύτης
θηλυτόκος
θηλυφανής
θηλύφρων
θῆμαι
θημών
θην
θηξάσθω
θηοῖο
θηπέω
θήρ
Θήρᾱ
θήρᾱ
θήρᾱμα
θηρᾱ́σιμος
θηρᾱτέος
θηρᾱτής
θηρᾱτικός
θηρᾱτός
View word page
θηοῖο
θηοῖο
ep.2sg.mid.opt.
see
θεᾱ́ομαι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
θηοῖο
Headword (normalized):
θηοῖο
Headword (normalized/stripped):
θηοιο
IDX:
19193
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19194
Key:
θηοῖο
Data
{'headword_display': '<b>θηοῖο</b>', 'content': '<XE><RefFm>θηοῖο<LblR>ep.2sg.mid.opt.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>θεᾱ́ομαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'θηοῖο'}