Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

Θεῦγνις
θευμόριος
θευπροπίᾱ
θεύς
θεῶ
θέω
θέω
θεῴμην
θεωρέω
θεώρημα
θεώρησις
θεωρητήρια
θεωρητικός
θεωρίᾱ
θεωρικός
θεωρίς
θεωρός
θεώτερος
θῆαι
Θηβᾱγενής
Θῆβαι
View word page
θεώρησις
θεώρησιςεωςf viewingof a tragic dramaPl.

ShortDef

viewing

Debugging

Headword:
θεώρησις
Headword (normalized):
θεώρησις
Headword (normalized/stripped):
θεωρησις
IDX:
19142
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19143
Key:
θεώρησις

Data

{'headword_display': '<b>θεώρησις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>θεώρησις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>viewing<Expl>of a tragic drama</Expl></Tr><Au>Pl.</Au></nS1></NE>', 'key': 'θεώρησις'}