Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

θέσφατος
θετέος
θέτης
θετικός
Θέτις
θέτο
θετός
Θεττ-
Θεῦγνις
θευμόριος
θευπροπίᾱ
θεύς
θεῶ
θέω
θέω
θεῴμην
θεωρέω
θεώρημα
θεώρησις
θεωρητήρια
θεωρητικός
View word page
θευπροπίᾱ
θευπροπίᾱdial.f see θεοπροπίᾱ

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θευπροπίᾱ
Headword (normalized):
θευπροπίᾱ
Headword (normalized/stripped):
θευπροπια
IDX:
19134
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19135
Key:
θευπροπίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>θευπροπίᾱ</b>', 'content': '<XE><HG><HL>θευπροπίᾱ</HL><PS>dial.f</PS></HG><XR> see <Gr>θεοπροπίᾱ</Gr></XR> </XE>', 'key': 'θευπροπίᾱ'}